Φορολογείται το κρασί;

Από τον Ιανουάριο του 2016 η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στην επιβολή φόρου στο κρασί σαν αντιστάθμισμα στην μη φορολόγηση της ιδιωτικής παιδείας.  Οι αντιδράσεις υπήρξαν πολλές και σφοδρές από όλους τους εμπλεκομένους στο κύκλωμα: αμπέλι, κρασί, μεταποίηση, διακίνηση, κατανάλωση. Η κριτική έναντι αυτής της απόφασης στηρίχθηκε στην πεποίθηση ότι η φορολογία ενός τροφίμου θα πλήξει όχι μόνο τον πρωτογενή αλλά και τους δευτερογενή και τριτογενή  τομέα αφού θα περιορίσει την κατανάλωση του προϊόντος.  Επιπλέον υποστηρίχθηκε ότι σε καμία άλλη χώρα δεν έχει επιβληθεί Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης ( ΕΦΚ ) στο κρασί.

 

Η μελέτη της ιστορίας του κρασιού μπορεί να αναδείξει κι άλλες περιπτώσεις όπου το κρασί βρέθηκε αντιμέτωπο με την φορολόγηση, με την επιβολή των φόρων να πηγάζει κάθε φορά από την πολιτική αναγκαιότητα της εκάστοτε κυβερνώσας αρχής.

 

Ίσως η πιο συγγενής στην Ελλάδα του 2016 ιστορική περίπτωση, είναι αυτή των ΗΠΑ όπου η επιβολή φόρου στο κρασί έγινε για την αποπληρωμή των υπέρογκων χρεών της χώρας. Συγκεκριμένα, μετά τον τερματισμό του πολέμου της ανεξαρτησίας από τη Μ. Βρετανία το 1783, οι νεοσύστατες Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ήταν ένα αυτόνομο και κυρίαρχο κράτος με ένα υπέρογκο χρέος (προς τους Ευρωπαίους). Μια από τις κινήσεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ  ήταν η επιβολή φόρου στο κρασί και στον καπνό για την διατήρηση της ανεξαρτησίας της χώρας.  Η ιστορία βέβαια απέδειξε ότι ο φόρος που επιβλήθηκε στο κρασί στήριξε την ανεξαρτησία των ΗΠΑ τότε, 140 χρόνια όμως αργότερα, το κίνημα των «στεγνών» θεώρησε πως το  κρασί και τα οινοπνευματώδη ποτά έθεταν τη χώρα σε κίνδυνο. Το 1922 λοιπόν, με τη ψήφιση της 18ης τροπολογίας από το Κογκρέσσο ήρθε η επιβολή της ποτοαπαγόρευσης σε όλη τη χώρα. Η απαγόρευση πώλησης κρασιού και οινοπνεύματος έπληξε καίρια την είσπραξη φόρων από τα προϊόντα αυτά, γιγάντωσε το παρ’εμπόριο τους και έπληξε  την αμερικάνικη οινοβιομηχανία σε τέτοιο βαθμό που ιστορικές οινοπαραγωγές περιοχές , όπως η Καλιφόρνια , κατάφεραν να  επανακάμψουν μετά από 40 χρόνια τις δεκαετίες του '70 και του '80.

 

Ο εκμαυλισμός των ηθών και η κατηγορία της κατανάλωσης οινοπνευματωδών όμως δεν αποτελεί ιστορικά αμερικάνικη επινόηση. Το 1585 ο Πάπας Σίξτος Ε' αναλαμβάνοντας το αξίωμα του ανέλαβε και την διοίκηση του Παπικού κράτους που εκείνη την εποχή είχε άδεια ταμεία. Επικρατούσε παντού κοινωνική αναταραχή και ληστές λυμαίνονταν την ύπαιθρο και τις πόλεις. Προκειμένου να λύσει τα οικονομικά προβλήματα του κράτους ο Πάπας κινήθηκε αποφασιστικά προς δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη ήταν ότι κατεδίωξε αμείλικτα τους ληστές, λέγεται χαρακτηριστικά ότι τα κεφάλια των αποκεφαλισμένων  ληστών καρφωμένα σε λόγχες στις γέφυρες της Ρώμης ήταν περισσότερα από τα πεπόνια στους πάγκους των αγορών της. Η δεύτερη – η οποία είχε και άμεσο αποτέλεσμα - ήταν η επιβολή φόρου στο  κρασί που σέρβιραν οι ταβέρνες και τα πανδοχεία. Ο Πάπας όρισε ότι το κρασί αποτελούσε μονοπώλιο και μπορούσε να το εμπορεύεται ένας συγκεκριμένος έμπορος τον οποίο υπέδειξε η παπική αρχή, ενώ η μεταφορά του κρασιού γινόταν με σκεύη που έφεραν την παπική σφραγίδα. Η παπική αρχή υποστήριξε ότι με αυτόν τον τρόπο φορολόγησης το καταναλωτικό κοινό επωφελήθηκε από την εξάλειψη της νόθευσης του κρασιού με νερό και ταυτόχρονα αποκαταστάθηκε η κοινωνική τάξη με την μείωση των καβγάδων στις ταβέρνες.

 

Η επιβολή φόρου στο κρασί στην Ρώμη είχε παράδοση αιώνων, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση του αυτοκράτορα Αυρηλιανού το 270 μ.Χ. Εκείνη την εποχή οι αριστοκράτες αλλά και οι αυτοκράτορες της Ρώμης προσέφεραν συχνά, δωρεάν φτηνό γλυκό κρασί (muslum) στους φτωχούς, για να διατηρούν τη θέση ή την εξουσία τους. Ο Αυρηλιανός για να στερήσει από τους αριστοκράτες αυτή τη δυνατότητα αλλά και για να αυξήσει τις ποσότητες κρασιού που ο ίδιος διένειμε έχτισε ένα καινούργιο τείχος γύρω από την Ρώμη ενισχύοντας την άμυνα της. Στις πύλες του τείχους στήθηκαν οδοφράγματα που ήλεγχαν τα εμπορεύσιμα προϊόντα προτού αυτά εισέλθουν στην πόλη. Η συλλογή του φόρου που επέβαλε ο Αυρηλιανός γινόταν σε είδος και το κρασί που είχε παρακρατηθεί μοιραζόταν δωρεάν από τον ίδιο στους φτωχούς στον ναό του Θεού Ήλιου.

 

Άλλη μια ιστορική περίπτωση επιβολής φόρου στην παραγωγή κρασιού συναντάται στην  προσπάθεια των βυζαντινών αυτοκρατόρων να αναστηλώσουν την οικονομία της αυτοκρατορίας, έπειτα από την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης τον 13ο αιώνα. Το οινεμπόριο στην Πόλη αποτελούσε έναν από τους πιο επικερδείς τομείς της οικονομίας όχι όμως για τους εμπόρους και τους πολίτες της αυτοκρατορίας. Οι ιταλικές δημοκρατίες της Βενετίας και της Γένοβας είχαν συνάψει εμπορικές συμφωνίες με το Βυζάντιο, έχοντας αποκομίσει εμπορικά προνόμια και φορολογικές ατέλειες οι οποίες αφορούσαν και την εμπορία κρασιού. Η απώλεια εσόδων για τα ταμεία λοιπόν έπρεπε να καλυφθεί με την φορολόγηση της παραγωγής αλλά και της εμπορίας του κρασιού.  Στο κομμάτι της παραγωγής τα περιορισμένα εδάφη της αυτοκρατορίας δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τους όγκους που παρήγαγαν άλλες περιοχές της Μεσογείου όπου οι Ιταλοί έμποροι   είχαν πρόσβαση. Κατά συνέπεια η επιβολή φόρου επιδείνωσε  και την τιμολογιακή ανταγωνιστικότητα του βυζαντινού έναντι των εισαγόμενων οίνων. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν η πλήρης επικράτηση των Βενετών και Γενοβέζων εμπόρων επί των βυζαντινών στο εμπόριο κρασιού στην Κωνσταντινούπολη, που συνεχίστηκε ακόμα και μετά την άλωση της από τους Οθωμανούς το 1453.

 

Η ιστορική συνέχεια της κατάκτησης και του ελλαδικού χώρου από τους Οθωμανούς και η μακρόχρονη περίοδος της Τουρκοκρατίας και οι συνέπειες της στην αμπελοκαλλιέργεια και την παραγωγή κρασιού είναι ίσως και πιο πρόσφατη στην μνήμη των Ελλήνων. Οι μουσουλμάνοι κατακτητές της Βαλκανικής δεν προήγαγαν την αμπελοκαλλιέργεια και την παραγωγή κρασιού αλλά αντίθετα τις φορολόγησαν σε όλα τους τα στάδια. Σε έρευνες που έγιναν για την κατάκτηση της Κρήτης από τους Οθωμανούς μετά το 1669  βρέθηκε ότι  αν και τα αμπελοχώραφα αντιστοιχούσαν στο 10% της έκτασης των σιταροχώραφων απέδιδαν πενταπλάσιους φόρους. Η φορολόγηση του κρασιού από την Οθωμανική αυτοκρατορία δεν εξάλειψε την καλλιέργεια κρασοστάφυλων -όπως συνέβη στην Μέση Ανατολή, την ιστορική κοιτίδα του κρασιού, μετά από αιώνες επικράτησης του Ισλάμ- , αλλά συνέβαλε στην συρρίκνωση του ελλαδικού αμπελώνα και στην εγκατάλειψη του σε πολλές περιοχές της χώρας.

 

Η φορολόγηση της παραγωγής κρασιού δεν είναι ένα νέο ή πρωτοφανές ιστορικό φαινόμενο όπως πολλές φορές έχει γραφτεί τον τελευταίο καιρό. Η επιβολή φόρου σε ένα διαχρονικά παραδοσιακό τρόφιμο , όπως το κρασί μαζί με το λάδι και το ψωμί, υπακούει κάθε φορά στην ιστορική αναγκαιότητα αλλά και στο σεβασμό που η κάθε κυβερνώσα αρχή δείχνει στην ιστορικότητα της αμπελοκαλλιέργειας και της παραγωγής οίνου. Πολλοί εκτιμούν ότι ο ΕΦΚ που επιβλήθηκε στην Ελλάδα θα αποτελέσει  πιλότο για να επιβληθεί αργότερα και σε άλλες χώρες με δημοσιονομικά προβλήματα. Πιθανότατα κάποιος ιστορικός του μέλλοντος μαζί με τα παραπάνω ιστορικά παραδείγματα να συμπεριλάβει και αυτό, που συμβαίνει στην Ελλάδα του 2016, σαν άλλο ένα παράδειγμα προς αποφυγή.