Τα κανόνια της βόρειας θάλασσας ενάντια στο μεσογειακό κρασί

Η κατάρρευση του δυτικού τμήματος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τις βαρβαρικές επιδρομές των γερμανικών φυλών τον 4ο αιώνα μ.Χ.  είχε ως συνέπεια την υποχώρηση του πολιτισμού  στην Ευρώπη και μαζί του την οριακή εξαφάνιση της αμπελουργίας. Με το πέρασμα των σκοτεινών χρόνων η αμπελουργία άρχισε να επανακτά το χαμένο της έδαφος και να εξαπλώνεται χάρη στην προσεκτική διατήρηση της από τα μοναστικά τάγματα της δυτικής και βόρειας Ευρώπης.

Στις μεσαιωνικές πόλεις του βορρά άρχισε να ανθεί το εμπόριο μέσω ποταμών και θαλασσών, δημιουργώντας την εύπορη τάξη των εμπόρων που μπορούσαν να συγκρίνουν τον πλούτο τους με αυτόν των βασιλέων ή των μεγάλων φεουδαρχών της εποχής. Η επίδειξη του πλούτου στηρίζοταν στην κατοχή χρυσού αλλά και εξωτικών προϊόντων όπως το πιπέρι, τα ακριβά υφάσματα και το κρασί, προϊόντα σπάνια και δυσεύρετα λόγω της δυσκολίας επικοινωνίας της βόρειας Ευρώπης με την Μεσόγειο. Η δυσκολία έγκειτο στην έλλειψη θαλάσσιων προσβάσεων αφού η Ισπανία και το στενό του Γιλβαρταρ ελέγχοταν από τους άραβες κατακτητές και επικίνδυνη διάβαση  των Άλπεων  μέσα από ορεινά περάσματα.

Το 1297 η πρώτη ιταλική γαλέρα από τη δημοκρατία της Γένοβα κατάφερε να φτάσει στην Bruge, στο σημερινό Βέλγιο, και να εγκαινιάσει τον δύσκολο και επικίνδυνο αυτό εμπορικό δρόμο. Ο κίνδυνος ελλόχευε γιατί οι μεσογειακές γαλέρες, σχεδιασμένες να πλέουν στην Μεσόγειο και κινούμενες με συνδυασμό ιστίων και κουπιών, αντιμετώπιζαν προβλήματα πλευσιμότητας στις ταραγμένες θάλασσες του βορρά και τον Ατλαντικό ωκεανό. Για να παραμείνουν ασφαλείς, αναγκάζονταν να διαπλέουν αυτές τις θάλασσες κυρίως τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο που ήταν πιο ήρεμες.

Οι γαλέρες λόγω του μακρόστενου σχήματος και του μεγάλου πλήθους πληρώματος -κυρίως κωπηλάτες- αντιμετώπιζαν σταθερά έλλειψη χώρου, αλλά ήταν κατάλληλες για τις μανούβρες που απαιτούσαν η σύγχρονη πολεμική τακτική και η κλειστή Μεσόγειος. Αναγκάζονταν έτσι να μεταφέρουν μικρές ποσότητες από πολύτιμα προϊόντα που δεν μπορούσαν να βρεθούν στον βορρά όπως τα ακριβά υφάσματα από τις πρώιμες βιοτεχνίες του ιταλικού βορρά, τα μπαχάρια από την Ινδία και τα γλυκά και δυνατά κρασιά της Μεσογείου.Τα τελευταία λόγω του ιδανικού κλίματος της Μεσογείου, παρασκευάζονταν από σταφύλια υψηλής περιεκτικότητας σε σάκχαρα τα οποία, είτε τρυγιόντουσαν υπερώριμα είτε στεγνώναν στον ήλιο ή σε αχυρένια στρώματα για να συμπυκνωθούν τα σάκχαρα. Αυτά τα κρασιά, σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να συγκριθούν με τα αδύναμα κρασιά της βόρειας Ευρώπης που συνήθως είχαν ήδη οξειδωθεί όταν τα αντίστοιχα μεσογειακά -ακόμα κι  έπειτα από το θαλασσιο ταξίδι και τη φθορά που αυτό επέφερε-  έφταναν στα λιμάνια της βόρειας θάλασσας και της Μάγχης. Τα πολύτιμα και σπάνια κρασιά της Μεσογείου έγιναν σημάδι πλούτου για τους βασιλιάδες και τους ευγενείς της Αγγλίας, όπως και για τους πλούσιους εμπόρους των κάτω χωρών.

Στον αντίποδα, από τον  13ο αιώνα οι έμποροι από τη Φλάνδρα και τις κάτω επαρχίες είχαν αρχίσει να δραστηριοποιούνται στο θαλάσσιο εμπόριο των βορείων θαλασσών, μεταφέροντας σε μεγάλους όγκους τα φτηνά προϊόντα των βόρειων χωρών όπως ρέγγα, ξυλεία και μαλλί. Το κρασί όμως σαν προϊόν δεν τους άφησε αδιάφορους, έτσι, μετέφεραν κρασί από την δυτική Γαλλία τη Γασκωνία (ευρύτερη περιοχή του Bordeaux) και το Λίγηρα στις πόλεις τους ή στην Αγγλία. Επιπλέον, μέσω των μεγάλων ποταμών που εκβάλουν στις κάτω χώρες – Μεύση και Ρήνο- μπορούσαν να μεταφέρουν και τα κρασιά της Γερμανίας ή της βόρειας Γαλλίας.

Σε κάθε περίπτωση, απαιτούταν μεγάλος όγκος για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους. Αυτό οδήγησε στην ναυπήγηση των Kogge, πλοίων που κινούνταν μόνο με ιστία, χωρίς κωπηλάτες και θυσίαζαν την ευελιξία για μεγαλύτερο όγκο και καλύτερη πλευσιμότητα στις άγριες θάλασσες.  Τα πλοία αυτά είχαν ένα ακόμα μεγάλο πλεονέκτημα έναντι των μεσόγειων ανταγωνιστών τους: μπορούσαν να εξοπλιστούν με πολλά κανόνια για την άμυνα τους απέναντι σε επιθέσεις πειρατών. Η απληστία των Ολλανδών όμως τους οδήγησε  στη χρήση των κανονιών για να επιτεθούν στους εχθρούς τους αλλά και στους ανταγωνιστές τους.

Θρυαλίδα αποτέλεσε ο πόλεμος για την ανεξαρτησία των κάτω χωρών από το ισπανικό στέμμα το 1568 -1648, κατατον οποίο οι Ολλανδοί επιδώθηκαν σε άνευ ορίων πειρατεία ενάντια στα ισπανικά καράβια σε όλες τις θάλασσες του κόσμου. Το 1620 Ολλανδοί πειρατές υπό τον Zymen Danseker διέπλευσαν το στενό του Γιλβλαταρ και ενώθηκαν με τους πειρατές της Μπαρμπαριάς στο Αλγέρι επιτιθέμενοι στα ισπανικά αλλά και στα ιταλικά πλοία  προκειμένου να κλέψουν τα πολύτιμα εμπορεύματα τους. Την ίδια περίοδο οι Ολλανδοί ακολουθώντας τους Πορτογάλους, έφτασαν στην Ινδία και την Ινδονησία αναλαμβάνοντας -με τα κανόνια τους- για τους εαυτούς τους το άκρως επικερδές εμπόριο των μπαχαρικών, στερώντας το παραδοσιακό πλεονέκτημα που απολάμβαναν οι ιταλικές εμπορικές πόλεις στην εμπορία τους.  Ταυτόχρονα με την επιθετική τους εμπορική πολιτική, οι Ολλανδοί προχώρησαν και σε σημαντικές οινολογικές καινοτομίες που βελτίωσαν την βιωσιμότητα και την ποιότητα των κρασιών που εμπορεύονταν. Η προσθήκη οινοπνεύματος για την παραγωγή μιστελιών, όπως στην αποικία τους στην Νότια Αφρική, ή η εφεύρεσητων σπίρτων θειαφιού για την συντήρηση των κρασιών στα βαρέλια, καθώς και η αποστράγγιση των βάλτων στην περιοχή του Medoc αποτελούν τις πιο χαρακτηριστικές τους καινοτομίες.

Μέσω της εξουδετέρωσης του εμπορικού ανταγωνισμού, οι Ολλανδοί κατάφεραν την πρώτη σημαντική ήττα του μεσογειακού κρασιού και την σταδιακή επίκράτηση αυτού από το Bordeaux, την Ισπανία και την Πορτογαλία.  Η δεύτερη και πλέον συντριπτική  ήττα του μεσογειακού κρασιού συνδέεται -ειρωνικά- με την ήττα και την κατάκτηση της  Ολλανδίας από την γαλλικά επαναστατικά στρατεύματα  το 1795.

Το 1806 ο Ναπολέων αυτοκράτορας της Γαλλίας, και πριν στρατηγός της γαλλικής επανάστασης,  αποφάσισε να κυρήξει τον ηπειρωτικό αποκλεισμό των βρετανικών προϊόντων από τα λιμάνια της Ευρώπης, ενώ η Βρετανία κύρηξε τον ναυτικό αποκλεισμό της Γαλλίας.  Το ακαταμάχητο και πολυδύναμο ναυτικό της βρετανίας με τα πολεμικά πλοία γραμμής εξοπλισμένα με εκατοντάδες κανόνια, επέβαλαν σκληρό αποκλεισμό στη Γαλλία από  τις υπερπόντιες κτήσεις της. Ένα από τα πιο σημαντικά αγαθά που εξαφανίστηκαν από τα ράφια των ευρωπαϊκών μαγαζιών  ήταν η ζάχαρη, που παρήγαγαν τα νησιά της Καραϊβικής με την καλλιέργεια και την επεξεργασία του ζαχαροκάλαμου.

Το 1811 ένας νεαρός Γάλλος επιστήμονας επισκέφθηκε τον Ναπολέοντα παρουσιάζοντάς του δύο καρβέλια ζάχαρης (σε σχήμα που έμοιαζε με κέρατο ρινόκερου), που είχε παραχθεί από ζαχαρότευτλο βασισμένη στην έρευνα του Πρώσσου Andrea Marggrof, που από το 1747 είχε ανακαλύψει αυτήν την τεχνική. Ο Ναπολέων  έδωσε αμέσως την εντολή για εκτεταμένη φύτευση μεγάλων εκτάσεων με ζαχαρότευτλα και εξασφάλισε την απαραίτητη χρηματοδότηση για την εγκατάσταση εργοστασίων για παρασκεύη ζάχαρης σε Γαλλία και Γερμανία.

Η Γαλλία έχασε τον πόλεμο και ο Ναπολέων απεβίωσε εξόριστος στο νησί της Αγίας Ελένης, αλλά ο σπόρος είχε φυτευτεί και η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας ζάχαρης ήταν πλέον μη αναστρέψιμη. Το 1840 η Ευρώπη παρήγαγε το 5% της παγκόσμιας παραγωγής ζάχαρης αλλά το 1880 αντιπροσωπούσε πλέον το 50% της παγκόσμιας παραγωγής. Τελικά, η Αγγλία με τα καράβια της μπορεί να κέρδισε τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη και τη Γαλλία, αλλά μακροπρόθεσμα έχασε το μονοπώλιο ζάχαρης από την Καραϊβική που διατηρούσε για χρόνια και η ζάχαρη έγινε  διαθέσιμη σε προσιτή τιμή σε όλη την Ευρώπη.

Εν τω μεταξύ από το 1806, ο εξέχων επιστήμονας της χημείας Jean-Antoine Chaptal  και υπουργός εσωτερικών της Γαλλίας, ανακάλυψε ότι προσθέτοντας ζάχαρη σε αδύναμα γλεύκη αυξάνονταν οι αλκοολικοί βαθμοί στο παραχθέν κρασί.  Η συγκεκριμένη διαδικασία έχει πάρει έκτοτε το όνομα του – chaptalization- και είναι ακόμα και σήμερα ευρύτατα διαδεδομένη στην βόρεια Ευρώπη αλλά και σε κάποιες περιοχές του Νέου Κόσμου.

Η σταδιακή μείωση της τιμής και η αυξανόμενη διαθέσιμη ποσότητα της ζάχαρης στη βόρεια Ευρώπη σήμανε και την τελική ήττα του μεσογειακού κρασιού. Καθώς οι οινοποιοί και οι έμποροι της βόρειας Ευρώπης δεν χρειάζονταν πλέον να αγοράζουν τα υψηλά σε αλκοολ και πυκνά μεσογειακά κρασιά για να ενισχύσουν τα αδύναμα κρασιά της βόρειας Ευρώπης.  Χρειάστηκε σχεδόν ένας αιώνας  για να καταφέρουν τα κρασιά από την Μεσόγειο να επανακτήσουν το χαμένο έδαφος στις μεγάλες αγορές της βόρειας Ευρώπης και την σημαντική οικονομική ενίσχυση από την ΕΟΚ για την αναδιάρθρωση του αμπελοοινικού τομέα.

Πιθανότατα,  οι περισσότεροι να αντιλαμβάνονται αυτήν την ιστορική διαδρομή σαν μια απόδειξη της επιστημονικής και υλικής υπεροχής μιας περιοχής έναντι μιας άλλης. Όμως σε αυτήν την ιστορία δεν συγκρούστηκαν απλά δύο χώρες αλλά δύο διαφορετικοι πολιτισμοί. Από την μια πλευρά, η Μεσόγειος του έμπορου, ίσως και πειρατή, αλλά σίγουρα νοσταλγού της πατρίδας του Οδυσσέα, που αποτέλεσε το αρχέτυπο του μεσόγειου ναυτικού για πάρα πολλούς αιώνες. Από την άλλη η απληστία των και η αποφασιστικότητα των ναυτικών των μεγάλων θαλασσών που έπλασαν τον μύθο του Ιπτάμενου Ολλανδού  που τριγυρνά καταραμένος για πάντα στις θάλασσες χωρίς να μπορεί ποτέ να πιάσει λιμάνι.