Διαβάζοντας το καινούργιο βιβλίο κ. Σταυρούλας Κουράκου: «Το Ξινόμαυρο Η οινάμπελος της κεντροδυτικής Μακεδονίας»

Την Κυριακή 29 Ιανουαρίου, έλαβε μέρος στην Αθήνα η καθιερωμένη εκδήλωση των ΒορΟινών, όπου τα μέλη της ΕΝΟΑΒΕ (Ένωσης Οινοαμπελουργών Βορείου Ελλάδος) παρουσίασαν τα κρασιά τους στο αθηναϊκό κοινό. Στο πλαίσιο της έκθεσης έγινε και η παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου της Σταυρούλας Κουράκου: «Το Ξινόμαυρο: Η οινάμπελος της κεντρικής Μακεδονίας».

Το βιβλίο είχε ήδη κυκλοφορήσει από το Νοέμβριο του 2017 από τις εκδόσεις Φοίνικα και διατίθετο στο χώρο της έκθεσης. Για όσους το έχουν ήδη διαβάσει, το παρόν άρθρο έχει λίγη σημασία, για εκείνους όμως που δεν το έχουν πάρει ακόμα, ίσως αποτελέσει έναν παραπάνω λόγο να το αγοράσουν γρηγορότερα.

Η «Κυρά των Αμπελιών» δε χρειάζεται παρουσίαση, καθότι με μια γρήγορη αναζήτηση του βιογραφικού της, ακόμη και ο πιο κακόπιστος θα καταλάβει ότι δικαίως της έχει αποδοθεί ο παραπάνω όρος. Το ίδιο βέβαια, θα μπορούσε να ισχυριστεί και ο καθένας μας για το Ξινόμαυρο, ότι δε χρειάζεται ούτε παρουσίαση, ούτε βιβλίο. Πόσο λάθος όμως μπορεί να είναι κάθε λέξη της προηγούμενης πρότασης…

Στο βιβλίο της η κυρία Κουράκου καταφέρνει να ξεδιπλώσει το Ξινόμαυρο πιάνοντας το νήμα σχεδόν από την αρχή. Απαιτείται ιδιαίτερη συγγραφική μαεστρία και βαθιά επιστημονική γνώση, για να μπορέσει κάποιος να υπερβεί την απλή περιγραφή μιας ποικιλίας, ενός τόπου και ενός κρασιού. Έτσι, στο βιβλίο αυτό, το Ξινόμαυρο δεν είναι απλά ένα από τα παραπάνω ή κάποιο επιμέρους άθροισμά τους, αλλά αποκτά μια οντότητα πάνω από αυτά, βαθιά ριζωμένη στον τόπο και στην ιστορία του – λες και θα μπορούσε βέβαια να είναι διαφορετικά.

Η κα Κουράκου καταφέρνει, μέσα από τη μακρόχρονη εμπειρία της, να συμπλέξει το τρίπτυχο: όνομα-σταφύλι- τόπος και την ιστορική τους διαδρομή σε ένα ενιαίο και αδιαίρετο σύμπλεγμα. Αυτό που ιστορικά οι Έλληνες αμπελουργοί ονόμασαν -περιγράφοντας το- Ξινόμαυρο.  Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να συλλάβουν το βάθος της σύνδεσης της συγγραφέως με τις αμπελουργικές ζώνες του Ξινόμαυρου. Πώς όμως – στ’ αλήθεια- να χωρέσει ο νους ότι η ίδια πρωτοδιάβηκε τους αμπελώνες αυτούς το 1962, όταν υπό τη διεύθυνση της, το Ινστιτούτο Οίνου ξεκίναγε την μελέτη του ποιοτικού δυναμικού των αμπελώνων της ποικιλίας;

Ο Nossiter, στο βιβλίο του Κρασί και Εξουσία, δηλώνει ότι αναζητά την οινική πατρίδα του (Heimat) στα terroir όλου του κόσμου, μια πατρίδα χωρίς να αισθάνεται υπόχρεος προς αυτήν.  Από την άλλη, η κα Κουράκου μέσα από το γραπτό της λόγο, καθιστά τη κάθε γουλιά Ξινόμαυρου σε μύηση. Από τις ανατολικές πλαγιές του Βερμίου, στο υψίπεδο του Αμυνταίου, από τις πλαγιές του Πάικου, του Ολύμπου και την Σιάτιστα στις σάλες της Αμερικής και της Ευρώπης, κάθε φίλος του Ξινόμαυρου νιώθει το αίσθημα της συμμετοχής σε ένα μεγαλύτερο σύνολο. Ίσως αυτό να είναι το μεγαλύτερο χάρισμα της ποικιλίας αυτής, η ευγενής συναίσθηση του ανήκειν.

 

………..καλή ανάγνωση.

 

Μια οφειλόμενη σημείωση. Είναι άξιο αναφοράς -και οφείλει να γνωστοποιηθεί σαν τέτοιο- το γεγονός ότι, στις δύσκολες εποχές που διανύει η χώρα μας και ο οινικός κλάδος, τρία οινοποιεία στήριξαν οικονομικά το όλο εγχείρημα της έκδοσης του βιβλίου. Αυτό που είναι αξιότερο αναφοράς είναι ότι τα εν λόγω οινοποιεία, στην εποχή όπου η χρήση των Social Media τείνει να γίνει μάστιγα αυτοπροβολής, διατήρησαν μυστική την συνδρομή τους. Ήταν η ίδια η κα Κουράκου που τους ευχαρίστησε προσωπικά κατά την παρουσίαση του βιβλίου της και μας τους αποκάλυψε. Για το Κτήμα Άλφα, το Κτήμα Βογιατζή και το Κτήμα Κυρ Γιάννη ένα μεγάλο μπράβο και ένα ευχαριστώ για την συμβολή τους.