CharlesMartel – JeanMartell και το γαλλικό μπιλιάρδο της ιστορίας. Β' ΜΕΡΟΣ

Ο 18ος αιώνας ήταν αυτός που σημάδεψε την βρετανική, αλλά και την παγκόσμια προτίμηση για τα αποστάγματα για περίπου 200 χρόνια. Την εποχή αυτή θα διαμορφωθούν δύο διακριτές αγορές για τα αποστάγματα. Από την μία, τα μαζικής παραγωγής και χαμηλής ποιότητας αποστάγματα από σιτηρά και φρούτα, έδιναν την ευκαιρία στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα  να αποκτήσουν φτηνή πρόσβαση στο αλκοόλ πέρα από την μπύρα, κυρίως στις χώρες όπου η αμπελοκαλλιέργεια δεν ήταν δυνατή.

Από την άλλη, το ευγενές απόσταγμα από την περιοχή του Cognac,  παραμένοντας άμεσα συνδεδεμένο με το κρασί και το κύρος που προσέδιδε η κατανάλωση του, απευθυνόνταν αποκλειστικά στις ανώτερες τάξεις που κατανάλωναν ακριβά ποτά και ροφήματα (τσάι,καφές,σοκολάτα) στα λονδρέζικα Coffee Houses.

Η αυξημένη ζήτηση οδήγησε τους φιλόδοξους άγγλους εμπόρους να διασφαλίσουν πρόσβαση στην πηγή του ακριβού αποστάγματος, ώστε να ελέγξουν πλήρωςτο εμπόριο του αποκλείοντας τους Ολλανδούς ανταγωνιστές τους. Έτσι, το 1715 ο Jean Martell φτάνει στην περιοχή του Cognac για να δημιουργήσει τη δική του εταιρεία, τον παλαιότερο οίκο παραγωγής Cognac, που ξεπερνά πλέον τα 300 χρόνια ζωής. Ο Martell ξεκίνησε αρχικά αγοράζοντας βαρέλια με Cognac και πουλώντας τα στην Αγγλία, αλλά σε λιγότερο από 10 χρόνια είχε καταφέρει να ξεπεράσει σε εξαγωγές τα 200 χιλιάδες λίτρα Cognac. Ο οίκος Martell το 1775 είχε καταφέρει να προμηθεύει με το πολύτιμο απόσταγμα του διάσημους φίλους του ποτού στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ωκεανού, έχοντας στο πελατολόγιο του πρόσωπα όπως οι George Washington  και Benjamn Franklin.

Ο Martell μέχρι τον θάνατο του δεν σταμάτησε να ταξιδεύει στην ευρύτερη περιοχή του Cognac αναζητώντας τα καλύτερα αποστάγματα. Μέσω των ταξιδιών του κάνει και ο ίδιος μια καραμπόλα, που έκτοκτε θα σημαδέψει το Cognac στο σύνολο του. Το ανήσυχο πνεύμα του τον οδήγησε πέρα από το δάσος του Limousin (περίπου 120 χλμ από το Cognac)  στο δάσος του Troncais ( 280 χλμ ) όπου θα βρει τη λιγότερο πορώδη δρυ που φύτρωνε εκεί  για τα βαρέλια του. Το αποτέλεσμα τον δικαίωσε, καθώς παρήγαγε πλέον πιο μαλακό Cognac με λιγότερες ταννίνες από το ξύλο σε σχέση με τους ανταγωνιστές του.

Οι συνεχιστές του Martell αξιοποίησαν την επιτυχία του προγόνου τους και ήταν αυτοί που το 1849 έβαλαν, πρώτοι από όλους τους οίκους, το όνομα «Martell» σε ετικέτα πάνω στις φιάλες τους, καθότι οι γυάλινες φιάλες, μια άλλη καραμπόλα, θα  επικρατούσαν πλέον σαν σκεύος μεταφοράς αλλά και πώλησης των αλκοολούχων ποτών. Το 1861 η εταιρεία θα ιδρύσει παράρτημα στην πόλη Shangai για να επεκτείνει τις πωλήσεις  στην Κίνα και την Ιαπωνία. Η σχέση λατρείας των κινέζων με το Cognac έκτοτε είναι με όρους μπιλιάρδου, ένα ατελείωτο κορδόνι.

Η περιοχή του Cognac σημαδεύτηκε ανεξίτηλα από την φυλλοξήρα, η οποία κατέστρεψε τους αμπελώνες, και το serie του Cognac, αποδιοργανώντας πλήρως την παραγωγή αποστάγματος. Το πρώτο, μετά  την καταστροφή, απόσταγμα που κυκλοφόρησε ο οίκος Martell ήταν το Cordon Bleu του 1912. Ο Edouard Martell  εμπνεύστηκε αυτό το ξεχωριστό απόσταγμα και επέλεξε να διαφοροποιήθει σε σχέση με τον ανταγωνισμό στην κατηγορία των XO. Προτίμησε να προμηθεύεται κρασί και αποστάγματα κυρίως από την περιοχή των Borderies – δύσκολη απόφαση και περίτεχνη καραμπόλα-  και όχι από τις περιοχές Grande και Petite Champagne ( καμία σχέση με την περιοχή παραγωγής του ομώνυμου αφρώδη οίνου). Το καινούργιο serie του οίκου Martell κρατάει μέχρι και σήμερα. Για τον οίκο Martell η επιλογή κρασιών από την περιοχή των Borderies συνάδει με το χαρακτηριστικό ανθικό άρωμα που αποκτούν τα αποστάγματα από την περιοχή αυτή και πάνω σε αυτό το ιδιαίτερο στυλ έχει επενδύσει ο οίκος.

 

Παράδοση και καινοτομία

Είναι δύσκολο να ακόμα και για τους καλύτερους παίκτες του μπιλιάρδου να διατηρήσουν το serie συνεχόμενο και  ταυτόχρονα να βελτιώνονται συνεχώς ενώ μεγαλώνουν ηλικιακά. Αυτός όμως ο κανόνας δεν βρίσκει εφαρμογή στον οίκο Cognac Martell. Την ίδια στιγμή που ο οίκος επιμένει στη συνταγή του Cordon Bleu του 1912 και την διατηρεί σαν βασικό στοιχείο της ιστορικής του ταυτότητας, καταφέρνει να αναπτύσσει προϊόντα που ανταποκρίνονται στις ανάγκες του σύγχρονου καταναλωτικού κοινού. Με έμφαση στην ανάπτυξη premium προϊόντων ο οίκος Martell πρόσφατα κυκλοφόρησε την ετικέτα Cohiba, ένα χαρμάνι παλαιωμένων eau-de-vie, φτιαγμένο για να συντροφεύει τα διάσημα πούρα από την Κούβα.

Πατώντας γερά πάνω στην παράδοση και στην τέχνη, η Martell αποδεικνύει ότι μπορεί να μεταφέρει το παιχνίδι και στο αμερικάνικο μπιλιάρδο. Πιστός στην παρακαταθήκη του ιδρυτή της, JeanMartell, ο οίκος κινήθηκε για άλλη μια φορά έξω από τα όρια των κανόνων και πειραματίστηκε με παλαίωση eaux-de-vie σε γαλλικά βαρέλια το οποίο πέρασε μικρό διάστημα σε αμερικάνικα βαρέλια, που είχαν χρησιμοποιηθεί για την παλαίωση Kentucky bourbon, έτσι ώστε να δώσουν έναν πιο ιδιαίτερο χαρακτήρα στο τελικό απόσταγμα.

Η Martell όντας ένας από τους πρώτους οίκους του Cognac που δραστηριοποιήθηκαν στην Κίνα δεν θα μπορούσε παρά να διατηρεί το μακρύ serie της και στην άλλη πλευρά του πλανήτη. Μετά από 156 χρόνια ο οίκος με σημαία την κορυφαία ετικέτα του, το Cordon Bleu, διεξήγαγε μια από τις πιο επιτυχημένες εκστρατείες marketing στο χώρο του ποτού. Η εταιρεία επικεντρώθηκε στην προώθηση των  προϊόντων της αποκλειστικά  στα αεροδρόμια των Shangai, Taipei και Singapore και σε διάστημα λίγων εβδομάδων τα αρχικά αποθέματα αυτά είχαν εξαντληθεί ξεπερνώντας κάθε προσδοκία.

 

Μια τελευταία γουλιά

Για όσους αμφισβητούν ακόμα ότι η πορεία της ανθρώπινης ιστορίας είναι το αποτέλεσμα συνεχόμενων  καραμπόλων, ας δώσουν στον εαυτό τους - και την παραπάνω θεωρία- λίγη δόση πολυτέλειας, απολαμβάνοντας ένα Martell Cordon Bleu σκέτο ή με λίγο πάγο. Ενώ θα απολαμβάνουν αυτή τη συνταγή πολυτέλειας 115 χρόνων ας αναλογιστούν τα παρακάτω.

Το serie  του Cordon Bleu ξεκίνησε 1000 χρόνια πριν ο Jean Martell πατήσει το πόδι του στην Γαλλία και πιάσει αυτός την στέκα. Σήμερα λοιπόν ένας Έλληνας αναγνώστης και φίλος του Cognac, διαβάζει ότι το αγαπητό του απόσταγμα υπάρχει γιατί – μετά από ατελείωτες καραμπόλες της ιστορίας - ένας Άγγλος έμπορος  δημιούργησε την παλαιότερη και μια από τις ισχυρότερες εταιρείες Cognac, λίγο νοτιότερα από εκεί που ένας Φράγκος βασιλιάς έδιωξε τους Άραβες, οι οποίοι εγκαταλείποντας την Ευρώπη άφηναν πίσω την αρχαία συσκευή που έκανε πραγματικότητα την απόσταξη: τον άμβυκα.

 

MARTELL CORDON BLEU XO

Η ιστορική ετικέτα που πρωτοεμφανίστηκε το 1912 και έκτοτε αποτελεί τη σφραγίδα του οίκου Martell. Το Cordon Bleu ανήκει στην κατηγορία XO που σημαίνει ότι τα eaux-de-vie που έχουν επιλεγεί έχουν παλαιώσει σε δρύινα βαρέλια για τουλάχιστον 10 χρόνια. Η υπερεκατονταετής επιμονή του οίκου Martell στην επιλογή σταφυλιών από την περιοχή των Borderies, που φημίζεται για τον πιο ανθικό χαρακτήρα των αποσταγμάτων, δικαιώνεται όταν το υπέροχο αυτό Cognac μπει στο ποτήρι. Κεχριμπαρένιο χρώμα στην όψη και έντονα δάκρια στο ποτήρι. Στην μύτη εμφανίζει αρώματα αποξηραμένων φρούτων και λουλουδιών, πλαισιώνονται από αυτά της παλαίωσης που είναι πιο ξηροκαρπάτα, γήινα και νότες γλυκών μπαχαρικών και καφέ. Στο στόμα τα αρώματα είναι πιο έντονα μπαχαρώδες με κανέλα, γαρύφαλλο και μπαχάρι, να συνοδεύονται από νότες μελιού, βερίκοκου, καφέ και ξηρών καρπών. Το Cordon Bleu είναι ένα  Cognac που η πολυπλοκότητα των αρωμάτων του εκφράζεται σε στρώματα που διαδέχονται το ένα το άλλο.  Επίσης ξεχωρίζει για την μαλακή υφή του στο στόμα όπως και για τη συμπύκνωση του. Είναι η απόδειξη ότι η σύνδεση της μακρόχρονης παλαίωσης με πιο premium αποστάγματα μόνο τυχαία δεν είναι.

Η ευκαιρία να απολαύσει κανείς ένα τόσο εξαιρετικό απόσταγμα δεν είναι συχνή, αντιθέτως είναι πολύτιμη και σπάνια. Για αυτό για την απόλαυση του δεν συστήνεται κάποιος ιδιαίτερος τρόπος σερβιρίσματος – αν και πολλοί υποστηρίζουν ότι ένα ποτήρι σχήματος τουλίπας ή φούσκας με μια στάλα νερό είναι ο απαιτούμενος συνδυασμός – πέρα του να αφεθούν όλες οι έγνοιες της ημέρας στην άκρη και να δοθεί το μέγιστο της προσοχής στην απόλαυση του.