Ιστορίες της γης των βασιλέων και των κρασιών τους.
Για πολλά χρόνια τα κρασιά του κεντρικού τομέα του μέσου ποταμού Loire ήταν άγνωστα στο ευρύ καταναλωτικό κοινό, αφού δεν είχαν καταφέρει να κερδίσουν τη φήμη των κρασιών που παράγονται (ανατολικότερα τους) στα χωριά του Sancerre και του Pouilly Fume. Παρά ταύτα, οι αμπελουργοί του μέσου Λίγηρα μπορούν να υπερηφανεύονται ότι οι όχθες του ποταμού καλλιεργούνται με αμπέλια από τον 1ο αιώνα μ.Χ. μέχρι και σήμερα ανελλιπώς.
Σήμερα η περιοχή συγκαταλέγεται στους πιο πολυσύχναστους οινοτουριστικούς προορισμούς της Γαλλίας καθώς οι Παριζιάνοι εκμεταλλεύονται τη δυνατότητα να περιηγηθούν ανάμεσα στους εκτεταμένους αμπελώνες και τις πολυτελείς κατοικίες των ευγενών του 16ου αιώνα, που περιτριγυρίζουν τον ποταμό, σαν απόδραση του Σαββατοκύριακου. Πως όμως μια περιοχή, με τόσο πλούτο και τέτοια μακρόχρονη οινοπαραγωγή, κατάφερε να μείνει σε δεύτερο κλιμάκιο ακόμα και μέσα στην ίδια τη Γαλλία;
Δεν είναι εύκολο να φανταστεί κάποιος το πόσο βαθιά συνδεδεμένη είναι η περιοχή του Λίγηρα με τον σκληρό πυρήνα της γαλλικής ψυχής. Η σύνδεση αυτή ξεκινάει περίπου στις αρχές του 6ου αιώνα με την κατάκτηση της περιοχής από τον Κλόβι, βασιλιά των Φράγκων από την οικογένεια των Καπετήδων. Οι Φράγκοι υπερασπίστηκαν σθεναρά την περιοχή (η οποία ήταν πλούσια σε σιτηρά και αμπέλια) για πάνω από 3 αιώνες ενάντια στις επιδρομές των Βίκινγκς που διέπλεαν τον ποταμό και των Αράβων, οι οποίοι με ορμητήριο την Ιβιρική έφταναν μέχρι και τη βόρεια Γαλλία. Τότε, τον 8ο αιώνα χρονολογούνται τα πρώτα κάστρα στην περιοχή του ποταμού για την προστασία της επικοινωνίας και των μεταφορών. Εκείνη την ιστορική περίοδο, οι Βενέδικτοι και Αυγουστίνοι μοναχοί είχαν ξεκινήσει την εξάπλωση τους στη βόρεια Ευρώπη χτίζοντας μονές και μοναστήρια, με αποτέλεσμα την σημαντική αύξηση της αμπελοκαλλιέργειας στο Λίγηρα, όπως ταυτόχρονα συνέβη στις περιοχές της Βουργουνδίας και της δυτικής Γερμανίας.
Τα εύφορα εδάφη γύρω από τις όχθες του ποταμού βοήθησαν στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής κατά τον ύστερο μεσαίωνα, όταν η φεουδαρχική οικονομία στηρίζονταν στην αγροτική παραγωγή και την αποθήκευση τροφίμων. Ο πλούτος που είχαν συγκεντρώσει οι Κόμητες (Counts) του Anjou, έχοντας το κέντρο της εξουσίας τους και το κάστρο τους στην περιοχή του Chinon, ήταν τόσο μεγάλος που τους επέτρεπε να διεκδικούν με αξιώσεις το γαλλικό στέμμα (ανεπιτυχώς αρχικά) και να καταφέρουν να ανεξαρτητοποιήσουν την κομητεία του Anjou από το γαλλικό στέμμα για κάποιο διάστημα.
Το 1154 ο Ερρίκος ο 2ος στέφθηκε Βασιλιάς της Αγγλίας. Ο Ερρίκος ήταν εγγονός του Βασιλιά του σταυροφορικού βασιλείου της Ιερουσαλήμ και γιος του Γοδεφρείδου του Anjou, του οποίου ο πλούτος, ώθησε τον βασιλιά της Αγγλίας να του προσφέρει το χέρι της κόρης του Ματθίλδης. Ο Ερρίκος ήταν ο πρώτος της δυναστείας των Πλανταγένετων (Plantagenets) που βασίλεψαν στην Αγγλία μέχρι και το 1458. Η αγάπη τους για τα κρασιά της περιοχής τα έκανε τα πιο διάσημα κρασιά της βόρειας Ευρώπης πολύ πριν αναπτυχθεί το Bordeaux.
Από την ίδια περιοχή ξεκίνησε και ο Φίλιππος ο 4ος που στέφθηκε βασιλιάς της Γαλλίας το 1328, χάρη στο σαλικό νόμο που επέτρεπε τη διαδοχή μόνο στους αρσενικούς διαδόχους και βρέθηκε να έχει την πιο κοντινή συγγένεια με τον αποθανόντα βασιλιά. Ο Φίλιππος ήταν Κόμης του Valois , από όπου πήρε και το όνομα της η δυναστεία που κυβέρνησε την Γαλλία μέχρι το 1589, αλλά μέσα από συνοικέσιο πήρε για προίκα και την πλούσια κομητεία του Anjou. Η δυναστεία των Valois αγάπησε και αυτή τα κρασιά της περιοχής που είτε μέσω των ποταμών είτε μέσω της θάλασσας είχαν γίνει ανάρπαστα στην Φλάνδρα και την Αγγλία.
Η πτώση της δυναστείας των Valois συνδέθηκε με μια από τις κρισιμότερες καμπές της γαλλικής ιστορίας, τους θρησκευτικούς πολέμους που συντάραξαν την Γαλλία στο τέλος του 16ου αιώνα. Οι συγκρούσεις ανάμεσα στους Ουγενότους (προτεστάντες) και τους Καθολικούς επηρέασαν σημαντικά τη διαμόρφωση της οικονομίας της περιοχής. Η επικράτηση των Καθολικών είχε ως συνέπεια την φυγή των Ουγενότων και ευνόησε την συγκέντρωση και την εκμετάλλευση της γης από λίγους ευγενείς. Οι ευγενείς της Γαλλίας καθ’ όλους τους 16ο και 17ο αιώνα άρχισαν να συρρέουν στην περιοχή του Λίγηρα και να χτίζουν τις πολυτελείς κατοικίες τους που σήμερα ξέρουμε σαν Chateau. Μάλιστα, ήταν τόσος ο πλούτος τους, που μέχρι και ο Leonardo Da Vinci εικάζεται ότι πέρασε από την περιοχή για να επιβλέψει την κατασκευή αυτών των κατοικιών. Οι ευγενείς στήριξαν την οινοπαραγωγή σημαντικά και συνεργάστηκαν στενά με τους Ολλανδούς εμπόρους που είχαν ήδη κυριαρχήσει στο εμπόριο του κρασιού στις βόρειες θάλασσες. Ο πιο σημαντικός από τους ευγενείς ήταν ο καρδινάλιος Richelieu που ήταν και ο πρωτεργάτης της επικράτησης ενάντια στους Ουγενότους. Ο Richelieu έχτισε μια υπερπολυτελή κατοικία στην περιοχή του Λίγηρα και φέρεται να είναι αυτός που έδωσε την εντολή να μεταφερθούν μοσχεύματα Cabernet Franc από την δεξιά όχθη του Bordeaux στην περιοχή. Η πρώτη που καλλιέργησε την ποικιλία ήταν η μονή της Bourgueil, με υπεύθυνο τον ηγούμενο Breton, προς τιμήν του οποίου η ποικιλία στην περιοχή του Λίγηρα ονομάστηκε Breton.
Μέχρι και το 1789 η περιοχή ήκμασε και το κρασί έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οικονομία της, αλλά το ξέσπασμα της γαλλική επανάστασης άλλαξε άρδην το σκηνικό. Τα αμπέλια που τόσο καιρό καλλιεργούσαν οι ευγενείς καταστράφηκαν από το επαναστατικό μένος των αβράκωτων (Sans-culottes), οι εκτάσεις που άνηκαν στους ευγενείς και στην εκκλησία μοιράστηκαν στους ακτήμονες, όπως συνέβη και στη περιοχή της Βουργουνδίας. Τα κρασιά του Λίγηρα δεν μπόρεσαν να ξανακατακτήσουν τη φήμη τους για περίπου 200 χρόνια, καθώς μετά την Γαλλική Επανάσταση η ποιότητα του παραγόμενου κρασιού έπεσε κατακόρυφα και από το 1855 η ανάπτυξη του σιδηροδρόμου επέτρεψε στα κρασιά του Midi (νότου) να ανταγωνιστούν επιτυχώς τα κρασιά του Λίγηρα και να κατακτήσουν τις πόλεις του γαλλικού βορά και τις Κάτω Χώρες.
Τα κρασιά του μέσου Λίγηρα άρχισαν να ανακάμπτουν μόλις μετά την δεκαετία του 1950 όταν διάφοροι συγγραφείς γαστρονομίας άρχισαν να ανακαλύπτουν τα ερυθρά κρασιά του Chinon. Τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 τα κόκκινα κρασιά της περιοχής είχαν γίνει μόδα στο Παρίσι, σηματοδοτώντας την επανάκαμψη της περιοχής στα πράγματα. Την ίδια εποχή κατοχυρώθηκε και η ονομασία παραγωγής αφρωδών οίνων της περιοχής (Cremant de Loire), που όμως είχαν ήδη 150 χρόνια παραγωγής στην περιοχή αφού το 1811, ο νεαρός Βέλγος Ackermann ήταν ο πρώτος που διείδε τις δυνατότητες της περιοχής.
Για τους εν Ελλάδει οινόφιλους.
Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει και εμφανίζονται όλο και περισσότερα κρασιά από το μέσο του Λίγηρα αυξάνοντας τις επιλογές του καταναλωτικού κοινού και πιθανότατα στο μέλλον να εκπροσωπούνται περισσότεροι παραγωγοί από την περιοχή. Η αλήθεια είναι ότι παρόλο που πλέον στην χώρα μας εισάγονται κρασιά από το όλο το μήκος του Λίγηρα , ο αριθμός τους παραμένει ακόμα χαμηλός σε σύγκριση με τις πιο διάσημες περιοχές της Γαλλίας. Για το καλοκαίρι τα κρασιά του Λίγηρα αποτελούν μια πολύ καλή επιλογή για όσους θέλουν να δοκιμάσουν κάτι δροσιστικό και σχετικά «εξωτικό» από τη Γαλλία. Από τα ουδέτερα Muscadet, στα ξηρά αλλά και γλυκά Chenin Blanc, στα δροσιστικά και φρουτώδη ερυθρά από Cabernet Franc, στα γλυκόπιοτα ροζέ και στα value for money αφρώδη της περιοχής ο Λίγηρας μπορεί να προσφέρει μια ευρύτατη γκάμα από ευχάριστα και απολαυστικά κρασιά.